Σήμερα είχαμε τη χαρά να συναντήσουμε τον Κώστα Μπετσάνη, έναν από τους τελευταίους αυθεντικούς κτηνοτρόφους της Σκοπέλου. Πρώην πρόεδρος του Κτηνοτροφικού Συλλόγου Σκοπέλου και πλέον συνταξιούχος, περνάει τις μέρες του στο Διακόπι Σκοπέλου, αφιερώνοντας τον χρόνο του στα χόμπι του. Ένα από αυτά είναι η κατασκευή της παραδοσιακής στραβολέκας, ενός χρηστικού αντικειμένου των κτηνοτρόφων, που σήμερα αποκτά διακοσμητική αξία σε σπίτια και αίθουσες τέχνης.
Η στραβολέκα, με το χαρακτηριστικό της σχήμα, ήταν παλιά είδος πρώτης ανάγκης για τους κτηνοτρόφους και όχι μόνο. Στις μέρες μας, έχει γίνει περιζήτητη τόσο για τη χρηστική, όσο και για τη διακοσμητική της αξία.
Δεν χάσαμε την ευκαιρία λοιπόν για φωτογράφιση με τον Κώστα Μπετσάνη, έναν από τους τελευταίους τεχνίτες που «στραβώνουν» το ξύλο του δάσους για να δημιουργήσουν αυτό το ξεχωριστό εργαλείο…
Το γνωστό ρητό «μην ξύνεσαι στη στραβολέκα του τσοπάνη» φαίνεται πως δεν ισχύει για τον φωτογράφο, που απαθανάτισε τη στιγμή με τον παλιό κτηνοτρόφο να μας διηγείται ιστορίες για τη στραβολέκα και τις απαρχές της.
Ο Κώστας Μπετσάνης την τέχνη της κατασκευής στραβολέκας την πήρε από τον πεθερό του, τον Γιάνναρο Λεμονή (φωτό), από τον οποίο πέρασαν για τα κοπάδια του πολλοί τσοπάνηδες, που έφτιαχναν μαγκούρες, στραβολέκες από μηλιό, άγρια καστανιά, πουρνάρι και αγριελιά…
Οι αναφορές σε αυτό το αντικείμενο είναι παρούσες και στη λογοτεχνία μας, με χαρακτηριστικά παραδείγματα τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη.
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Η Φόνισσα, Κεφάλαιο ΙΣΤ, (1903)Ἡ δυστυχὴς ἐξύπνησεν ἔντρομος, περιρρεομένη ἀπὸ ἅλμην καὶ ἱδρώτα. Ηὔχετο πλέον καὶ πάραυτα τὸ ἀπεφάσισε, νὰ μὴν κοιμηθῆ ἄλλην φορὰν εἰς τὴν ζωήν της, ἂν ἤτον διὰ νὰ βλέπη τέτοια ὄνειρα. Ὁ θάνατος θὰ εἶναι ὁ κάλλιστος τῶν ὕπνων – ἀρκεῖ νὰ μὴν ἔχει κακὰ ὄνειρα! Τὶς οἵδε! – Μόλις τὸ ἐσκέφθη, καὶ μετ’ ὀλίγον ἀπεναρκώθη πάλιν. Τότε τῆς ἐφάνη ὅτι ἔβλεπεν ἐμπρὸς τῆς τὸν Καμπαναχμάκην, τὸν ἄγροικον ἐκεῖνον τοῦ βουνοῦ· ἵστατο ἐνώπιόν της μὲ τὴν στραβολέκαν του τὴν ποιμενικήν, μὲ τὸ σκαιὸν ἦθος του, μὲ τὴν ὄψιν του τὴν τραχείαν καὶ μὲ λαρυγγώδη φωνὴν τῆς ἔλεγε: «Στὸ Κακόρρεμα! Στὸ Μονοπάτι, στὴ Βρύση τοῦ Πουλιοῦ! Στοῦ Γέροντα τὸ Ἐρμητήριο!»
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Στρίγλα μάννα, (1902)Σὰν εἶδεν ἡ Ζωγάρα, ὅτι ὁ υἱός της εἶχε κωφεύσει εἰς τὰς δύο προσκλήσεις της, ἐπῆρε μίαν μακρὰν στραβολέκαν ἢ μαγκούραν τὴν ὁποίαν εἶχε διὰ στήριγμα εἰς τὰς ἐκδρομάς της ἀνὰ τοὺς ἀγρούς ―χρησιμεύουσαν προσέτι καὶ διὰ νὰ φθάνῃ τὰ σῦκα εἰς τὰ ξεκλώναρα τῶν δένδρων, τῶν ἰδικῶν της, καθὼς καὶ τῶν γειτονικῶν, ὅσα εὑρισκόμενα παρὰ τὸ σύνορον ἐσκίαζον τὸ ἀμπέλι τὸ ἰδικόν της― καὶ κατέβη εἰς τὸν δρόμον.
Η παράδοση συνεχίζεται, με ανθρώπους σαν τον Κώστα Μπετσάνη να κρατούν ζωντανή μια τέχνη που συνδυάζει τη χρηστικότητα με τη βαθιά πολιτισμική σημασία του τόπου.