Γράφει ο Νίκος Ξένιος
Είδα, προπαραμονή Χριστουγέννων, τον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή στη σκηνοθεσία του Θανάση Σαράντου, στο «Από Μηχανής» Θέατρο. Επιστρατεύοντας την εξαιρετική μετάφραση του Μίνωα Βολανάκη, εκπαιδεύοντας τους ηθοποιούς του σε άρτια εκφορά του λόγου (με τη σύμπραξη του Νίκου Παναγιωτόπουλου) και αναλαμβάνοντας ο ίδιος την ευθύνη της δραματουργικής επεξεργασίας και του φωτισμού, ο κύριος Σαράντος επικαιροποιεί τη δυσκολότερη των τραγωδιών, σε μια παράσταση που κύρια γνωρίσματά της είναι η κομψότητα, η αίσθηση του μέτρου και ο σεβασμός απέναντι στο κλασικό κείμενο. Δεν είναι τυχαίο το ότι η παράσταση απέσπασε το Βραβείο σκηνοθεσίας ελληνικού έργου «Κάρολος Κουν» 2024 από την Ένωση Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών, ότι έχει συμμετάσχει στο Διεθνές Φεστιβάλ Μαύρης Θάλασσας και στο Διεθνές Φεστιβάλ Θεάτρου Σμύρνης, έχει γίνει δεκτή στο Διεθνές Φεστιβάλ της Σαγκάης και θα συμμετάσχει στο διαγωνιστικό τμήμα του Διεθνούς Φεστιβάλ Μογγολίας, τον Μάιο του 2025.
Μετά από τα δύο χρόνια του εγκλεισμού λόγω covid, ο σκηνοθέτης εστιάζει την αιτία της «πολιτικής» (πλέον) νόσου στο πρόσωπο του «εμφυτευμένου» τυράννου, που θα καταρρεύσει σαν χάρτινος πύργος μπροστά στην αναγνώριση της ανθρώπινης φύσης του, αφήνοντας σε εκκρεμότητα το ζήτημα της λύσης του μιάσματος.
Χαρακτηρίζοντάς τον ο ίδιος «τραγωδία της γνώσης και της αυτογνωσίας», ο Θ. Σαράντος εξ ορισμού θεωρεί τον προβληματισμό του «Οιδίποδα Τυράννου» σύγχρονο και, κυρίως, πολιτικό. Μετά από τα δύο χρόνια του εγκλεισμού λόγω covid, ο σκηνοθέτης εστιάζει την αιτία της «πολιτικής» (πλέον) νόσου στο πρόσωπο του «εμφυτευμένου» τυράννου, που θα καταρρεύσει σαν χάρτινος πύργος μπροστά στην αναγνώριση της ανθρώπινης φύσης του, αφήνοντας σε εκκρεμότητα το ζήτημα της λύσης του μιάσματος. Σε μια παράσταση μιάμισης ώρας προκρίνει τον ρόλο του Χορού ως «φασμάτων» της συνείδησης του Οιδίποδα, αλλά παράλληλα και ως «φαντασμάτων» των τεσσάρων συνοδών του Λάιου στο τρίστρατο της πατροκτονίας. Οι φωτισμοί παίζουν σε όλη τη γκάμα του γκρίζου, σε ένα chiaroscuro πολύ χαρακτηριστικό του καλλιτεχνικού του ύφους.
Οιδίπους, ο έκπτωτος τύραννος: η πάλη με το Φως
Ο Οιδίποδας που, ως πρωταγωνιστής, ενσαρκώνει ο Θανάσης Σαράντος συνδυάζει το πρότυπο του ηγέτη που ολισθαίνει προς τον αυταρχισμό με εκείνο του ευφυούς υποκειμένου που λαχταρά την αποκάλυψη της αλήθειας- της αλήθειας σχετικά με τον εαυτό του, την καταγωγή του, την ηθική του υπόσταση και τον έλεγχο των πραγμάτων μέσω της λογικής. Όταν, σταδιακά, του αποκαλύπτεται το δικό του αμάρτημα (σφάλμα λογικής), μοιάζει σαν να καταρρέει μέσα του το σύμπαν που είχε οικοδομήσει. Ενώ έχει, με απόλυτη πεποίθηση, δηλώσει πως θα διαλευκάνει το ζήτημα του μιάσματος ( «ἐγὼ φανῶ», λέει χαρακτηριστικά), καταλήγει να εξορύξει τους οφθαλμούς του και να «μαράνει» το φως τους.
Ο κίνδυνος της τυραννίας γεννάται στους κόλπους της ίδιας της πόλεως – γι’αυτό και οι πολίτες είναι «δοχεία» όπου κυλούν σαν το αίμα η μολυσμένη σκέψη και οι ρυπογόνες ενέργειες των τυράννων.
Σύμφωνα με τον θρησκειολόγο Ρενέ Ζιράρ: «Η συμπεριφορά των ανθρώπων προσδιορίζεται όχι από εκείνο που συνέβη πραγματικά αλλά από τον τρόπο που αυτοί ερμήνευσαν το συμβάν. Η ερμηνεία μεταμορφώνει το θύμα σε κάτι ριζικά αλλότριο και υπερβατικό της κοινότητας. Η κοινότητα ανήκει στο θύμα αλλά το θύμα δεν ανήκει στην κοινότητα. Κατά κανόνα, λοιπόν, το θύμα θα εμφανίζεται ως ξένο μάλλον παρά ως εγχώριο» (Ρενέ Ζιράρ, Κεκρυμμένα από καταβολής. Μετ. Κ. Ι. Γκότσης. Αθήνα: Γ. Α. Κουρής Α.Ε., 1994, σ. 105). Ο κίνδυνος της τυραννίας γεννάται στους κόλπους της ίδιας της πόλεως – γι’αυτό και οι πολίτες είναι «δοχεία» όπου κυλούν σαν το αίμα η μολυσμένη σκέψη και οι ρυπογόνες ενέργειες των τυράννων. Η ιδέα της «επιμόλυνσης» του πολιτικού σώματος φαίνεται στην Πολιτεία του Πλάτωνα (9.571c-d [4] {528|529}), εκεί όπου ο Σωκράτης μιλά για τη ρύπανση που προκαλείται από διάφορες «επιθυμίες/απολαύσεις» ή «χαρές» που βιώνονται στον ύπνο, την ώρα που η «ήμερη ψυχή» κοιμάται: τότε αφυπνίζεται, ενεργοποιείται και «σκιρτά», λέει ο Σωκράτης το «θηριώδες» («αγρίον»), το έκρυθμο, το μεθυστικό κομμάτι της ύπαρξης του ανθρώπου, που είναι απαλλαγμένο από την «αισχύνη» (αιδώ) και την «φρόνησιν»: ίσως να μην είναι τυχαίο το ότι ο σοφόκλειος Οιδίπους περιγράφει το μυαλό/τις σκέψεις του με τον όρο «ψυχή».
Ο τετραμελής Χορός ως εκπρόσωπος του δήμου
Στον Χορό αξιοποιούνται οι ερμηνείες του Πάρη Σκαρτσολιά (που υποδύεται και τον Εξάγγελο), του Χάρη Μαυρουδή (που υποδύεται και τον Άγγελο), του Βαγγέλη Μάγειρου (που υποδύεται και τον Θεράποντα) και του Γιώργου Παπαδάκου. Ο Χορός του Θανάση Σαράντου συμμερίζεται τα πάθη που διαδραματίζονται στη σκηνή, σχολιάζει, αιτιάται τον Οιδίποδα για τα εγκλήματα, τα μίση και την καταστροφή, όπως ένα σύγχρονο πλήθος θα απαιτούσε, κραυγάζοντας, τη λύτρωση από όλες τις ντροπές και τα ολισθήματα των πολιτικών του. Αυτός ο Χορός φέρει το συλλογικό φορτίο της λύπης και του πένθους που φέρει κάθε πάσχων λαός. Ως δαμόκλειος σπάθη επικρέμαται ο κίνδυνος να λατρευτεί ο εξουσιαστής, χωρίς την κριτική παρέμβαση του πλήθους, να ηρωοποιηθεί.
Ο Σοφοκλής επιστρατεύει τη λέξη «λοιμός» που σημαίνει επιδημία, και όχι τη λέξη «νόσος» που υποδηλώνει μια οποιαδήποτε ασθένεια.
Όμως, παρά το αναμενόμενο, τα μέλη του Χορού –εκπρόσωποι του πολιτικού σώματος– παρεμβαίνουν ενεργά και ζητούν από τον Οιδίποδα να σώσει την πόλη από την αρρώστια και τον θάνατο. Ο Σοφοκλής επιστρατεύει τη λέξη «λοιμός» που σημαίνει επιδημία, και όχι τη λέξη «νόσος» που υποδηλώνει μια οποιαδήποτε ασθένεια. Κεντρικός είναι ο άξονας της ύβρεως, της καταπάτησης, δηλαδή, και της υπέρβασης των ορίων που αντικειμενικά υπάρχουν στη σκέψη και στη δράση των ανθρώπων. Στην περιγραφή του λοιμού ακούμε πως χάνονται φυτά, ζώα, οι γυναίκες γεννούν νεκρά παιδιά, το θανατικό είναι άμεσο, τα σπαρτά καταστρέφονται λίγο πριν τα θερίσουν οι αγρότες, τα βόδια πέφτουν νεκρά την ώρα που βόσκουν στα λιβάδια και χωρίς καμιά προειδοποίηση, οι γυναίκες γεννούν νεκρά παιδιά, ο Άδης γεμίζει με τα σώματα όσων πεθαίνουν από την πείνα –ο λοιμός προκάλεσε λιμό–, ενώ η Θήβα αδειάζει (κενοῦται) από τους ανθρώπους της. Καθώς πλήττονται όλες οι πηγές της ζωής, κινδυνεύουν όχι μόνο η οικονομία αλλά και η επιβίωση των ανθρώπων και της πολιτικής κοινότητας. Γι’ αυτό και ο ιερέας προσδίδει πολιτική διάσταση στο θέμα. (Kousoulis AA, Economopoulos KP, Poulakou-Rebelakou E, Androutsos G, Tsiodras S. The plague of Thebes, a historical epidemic in Sophocles’ Oedipus Rex).
Ο Οιδίπους, ο Κρέων και ο Χορός
Ο Οιδίποδας ανταποκρίνεται καθησυχαστικά στις εκκλήσεις του λαού: ο «μιαιφόνος» τύραννος (:αυτός που έχει διαπράξει μίασμα φονεύοντας το ίδιο του το αίμα) φαίνεται να κινείται από δυνάμεις του υποσυνειδήτου, διατηρώντας όμως και μιαν εναργή συνείδηση, όπως φαίνεται στην αντίδρασή του προς τα νέα που κομίζει ο Κρέοντας για τη χρησμοδότηση του Απόλλωνα στους Δελφούς:
— Οιδίπους: Miλα σ’ όλους μπροστά! Περισσότερο με βαραίνει η οδύνη τους, παρά η δική μου μοίρα. (Ἐς πάντας αὔδα· τῶνδε γὰρ πλέον φέρω τὸ πένθος ἢ καὶ τῆς ἐμῆς ψυχῆς πέρι).
— Κρέων: Ακούστε όλοι τι έμαθα από φωνή Θεού. Καθαρά ο Ήλιος ο Απόλλων μας προστάζει να διώξουμε από τη χώρα μας το μίασμα πριν θρέψουμε αθεράπευτο κακό. (Λέγοιμ’ ἂν οἷ’ ἤκουσα τοῦ θεοῦ πάρα. Ἄνωγεν ἡμᾶς Φοῖβος ἐμφανῶς ἄναξ μίασμα χῶρας ὡς τεθραμμένον χθονὶ ἐν τῇδ’ ἐλαύνειν μηδ’ ἀνήκεστον τρέφειν).
— Οιδίπους: Ποιο το μίασμα; Και ποιος ο καθαρμός του; (Ποίῳ καθαρμῷ; τίς ὁ τρόπος τῆς ξυμφορᾶς;)
— Κρέων: Φόνος. Και φόνος. Ή ο ένοχος να χαθεί για πάντα, ή το αίμα του να ξεπλύνει τη γη μας από το αίμα. (Ἀνδρηλατοῦντας, ἢ φόνῳ φόνον πάλιν λύοντας, ὡς τόδ’ αἷμα χειμάζον πόλιν).
— Οιδίπους: Αίμα ποιανού; Δεν το φανερώνει το μαντείο; (Ποίου γὰρ ἀνδρὸς τήνδε μηνύει τύχην;)
— Κρέων: Κάποτε εδώ -προτού μας έρθεις- ήταν βασιλιάς ο Λάϊος… (Ἦν ἡμίν, ὦναξ, Λάϊός ποθ’ ἡγεμὼν γῆς τῆσδε, πρὶν σὲ τήνδ’ ἀπευθύνειν πόλιν).
— Οιδίπους: Γνωστό τ’ όνομα. Ποτέ μου δεν τον είδα. (Ἔξοιδ’ ἀκούων· οὐ γὰρ εἰσεῖδόν γέ πω).
— Κρέων: Τον σκότωσαν. Τώρα προστάζει ξεκάθαρα ο χρησμός το αίμα να πέσει πάνω στους φονιάδες. (Τούτου θανόντος νῦν ἐπιστέλλει σαφῶς τοὺς αὐτοέντας χειρὶ τιμωρεῖν τινας).
— Οιδίπους: Φονιάδες. Και πού είναι τώρα; Το κρίμα παλιό, τα χνάρια σβησμένα, πού θα τα βρούμε; (Οἱ δ’ εἰσὶ ποῦ γῆς; ποῦ τόδ’ εὑρεθήσεται ἴχνος παλαιᾶς δυστέκμαρτον αἰτίας;)
(Οιδίποδας Τύραννος στη μετάφραση του Μίνωα Βολανάκη, 91-109)
Ο Χάρης Μαυρουδής, πέρα από την αξιοπρεπέστατη παρουσία του ως Κορυφαίου, φέρει ακόμη εις πέρας με χιούμορ και αισθαντικότητα τον ρόλο του Άγγελου – εκείνου του εγχώριου βοσκού που κρατά καλά φυλαγμένο το μυστικό της καταγωγής του Οιδίποδα. Ο Γιώργος Παπαδάκος είναι ένας πολλά υποσχόμενος ηθοποιός, που επιβάλλει την παρουσία του ως μέλους του Χορού και ενσαρκώνει κατά σημεία και τις σαφείς διονυσιακές αναφορές του Θανάση Σαράντου. Ο Πάρης Σκαρτσολιάς έχει επωμισθεί με επιτυχία τη δύσκολη τιράντα του Εξάγγελου – ένας νέος ηθοποιός που ακόμη δεν έχει βρει τη χρυσή τομή ανάμεσα στο πάθος, την ορμητικότητα και τον έλεγχο των εκφραστικών του μέσων, ωστόσο έχει απόλυτη επίγνωση της σοβαρότητας της αγγελικής αυτής ρήσης. Ο Βαγγέλης Μάγειρος αποδεικνύει το μεγάλο ταλέντο του, τόσο στον ρόλο ενός μέλους του Χορού, όσο και στον ρόλο του γέρου Θεράποντος. Στην ερώτηση του Οιδίποδα «γιατί έσωσε το παιδί;» η απάντηση «Γιατί το σπλαχνίστηκα!» από το στόμα του Mάγειρου ήταν ανατριχιαστική.
Ο Κρέοντας του Κωνσταντίνου Λάγκου είναι επιβλητικός, γοητευτικός, τα λόγια του αβίαστα εγκαθίστανται στην αντίληψη των θεατών, είναι ένας από τους καλύτερους Κρέοντες που έχουν αναδειχθεί σε ελληνική σκηνή. Η χημεία που αναπτύσσεται ανάμεσα στον Λάγκο και τον Σαράντο είναι πολύ καθοριστική για την απογείωση της παράστασης.
Στο τρίστρατο της πατροκτονίας
Η πατροκτονία είναι το μίασμα του τυράννου/διαδόχου: πρόκειται για ένα «άγος», μιαν ηθικής τάξεως βάναυση παρέκκλιση, που αντικειμενοποιείται σε σωματικό μεταδοτικό νόσημα, που προσβάλλει τα κύτταρα ως λοιμός, θρέφεται ως απόστημα και προκύπτει από το αίμα του προηγούμενου βασιλιά – αίμα που ζητά εκδίκηση. Κατά απολύτως ειρωνικό τρόπο, ο Οιδίποδας αναλαμβάνει προσωπικά τη διεξαγωγή της έρευνας, με μια προσήλωση που υπερβαίνει τη μεθοδικότητα του ανακριτή και μάλλον προσιδιάζει στην αυταπάρνηση του γιατρού. Ζητά «ίαση», «καθαρμό», «υπηρέτες ταγμένους απέναντι στην αρρώστια, για δύναμη κι ανακούφιση από τα δεινά» προκειμένου «να ξεπλυθεί η μόλυνση που προέρχεται από τον νεκρό». Θα αποδυθεί σε αυτόν τον αγώνα ψάχνοντας «τον τρόπο με τον οποίο εκδηλώνεται η συμφορά», «το ίχνος ακόμη και το πλέον δυστέκμαρτο». Θέλει να τα πάρει «όλα απ’ την αρχή, ώστε ν’ αποκαλυφθεί η πρωτογενής αιτία». Και αυτό όλο θα στραφεί σε βάρος του.
Βλέπουμε πως ο Σοφοκλής πραγματεύεται τη σχέση μεταξύ ηγέτη και κοινότητας, αναφερόμενος στην παραβίαση των πιο θεμελιωδών εθίμων της κοινωνίας κατά τη διάρκεια μιας επιδημικής αρρώστιας, πράγμα που οδηγεί στο συμπέρασμα πως, τη χρονιά που πρωτοπαραστάθηκε το έργο στο θέατρο του Διονύσου, θεσπίστηκε μια «παραβατική» σχέση μεταξύ του κοινού και του έργου…
Στη σκηνογραφική προσέγγιση της Άσης Δημητρολοπούλου τα ράκη ρούχων (ή ανθρώπων) που «καπνίζουν» ακόμη από την καθαρτική πυρά, η συνεχής ανάδυση καπνού επί σκηνής, ο αποτροπιασμός και η κίνηση του χεριού να καλύψει με υφάσματα το στόμα και το πρόσωπο, όλα παραπέμπουν στην πανδημία τού Covid. Στον «Οιδίποδα επί Κολωνώ», ο εξαγνισμός της ρύπανσης παίρνει την τελετουργική μορφή σπονδής, που πραγματοποιείται για πρώτη φορά από τον ίδιο τον Οιδίποδα λίγο πριν πεθάνει, και στη συνέχεια εκτελείται συμβολικά και κατ’επανάληψιν από το σύνολο των πολιτών: «Κάνε όπως κάνω εγώ!». Βλέπουμε πως ο Σοφοκλής πραγματεύεται τη σχέση μεταξύ ηγέτη και κοινότητας, αναφερόμενος στην παραβίαση των πιο θεμελιωδών εθίμων της κοινωνίας κατά τη διάρκεια μιας επιδημικής αρρώστιας, πράγμα που οδηγεί στο συμπέρασμα πως, τη χρονιά που πρωτοπαραστάθηκε το έργο στο θέατρο του Διονύσου, θεσπίστηκε μια «παραβατική» σχέση μεταξύ του κοινού και του έργου (βλ. την αναφορά στον χαρακτηρισμό αυτόν της Sourvinou-Inwood, καθώς το πρόγραμμα της παράστασης παραπέμπει στο: Plague and the Athenian imagination, Cambridge University Press, New York, 2008).
«Oλοάς διά βουλάς θεών»: The king is dead, long live the king
Οι φιλολογικές και άλλες αναλύσεις (έως και αυτές των επιδημιολόγων) συγκλίνουν στο ότι πίσω από τη λοιμική νόσο της Θήβας κρύβεται σαφής υπαινιγμός του Σοφοκλή για τον λοιμό που ξέσπασε στην Αθήνα το 430 π.Χ (η τραγωδία διδάχθηκε το 428, κατά τη διάρκεια του θανατηφόρου, δεύτερου κύματος της επιδημίας). Στα πλαίσια της τραγωδίας ο λοιμός, παρότι έχει φυσικές συνέπειες, διατηρεί το ηθικό του περιεχόμενο. Παρότι η ύβρις που προκαλεί τη μόλυνση, το μίασμα, δηλαδή η πατροκτονία, είναι ατομική, η κάθαρση επέρχεται μόνο όταν η αλήθεια αποκαλύπτεται δημόσια και έχει και πολιτικές συνέπειες: ο Οιδίπους, ο χαρισματικός ηγέτης, απεκδύεται του κύρους και της εξουσίας του. Ο H. D. F. Kitto (Η αρχαία Ελληνική τραγωδία, μτφ. Λ. Ζενάκου, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2001) καταλήγει πως: «Ο Σοφοκλής θα μπορούσε, στο τρίστρατο, να έχει ρίξει το άδικο στον Οιδίποδα. Θα μπορούσε να έχει υποδηλώσει ότι εκείνο που τον έκανε να δεχτεί το στέμμα και τη βασίλισσα της Θήβας ήταν η τυφλή φιλοδοξία. Δεν κάνει ούτε το ένα ούτε το άλλο. Ο Οιδίπους δεν πήρε αυτό που του άξιζε από τα προσβεβλημένα θεία. Αυτό που γίνεται είναι το φυσικό επακόλουθο των αδυναμιών και των αρετών του χαρακτήρα του, σε συνδυασμό με τον χαρακτήρα άλλων ανθρώπων. Είναι ένα τραγικό κεφάλαιο από τη ζωή, αυτοτελές, με εξαίρεση τον αρχικό χρησμό και την επανάληψή του. Ο Σοφοκλής δεν προσπαθεί να μας κάνει να νιώσουμε ότι κάποιο αδυσώπητο πεπρωμένο ή κάποιος μοχθηρός θεός κατευθύνει τα γεγονότα».
Πρόκειται για μια «θείαν νούσον», έναν «ρύπο» αμιγώς διονυσιακής υφής, που υπαινίσσεται τη μόλυνση ηθικής τάξεως ή (όπως προδίδεται από τη σκηνοθεσία της Παρόδου) και τη βακχική μανία.
Βέβαια, εδώ η έννοια της «νόσου» δεν είναι κυριολεκτική (όπως δεν είναι κυριολεκτική ούτε η αρρώστια που παραλύει το σώμα της Φαίδρας στον «Ιππόλυτο» του Ευριπίδη, ούτε η αρρώστια που προκαλεί στον Ηρακλή ο χιτώνας της Διηάνειρας στις «Τραχίνιες» του Σοφοκλή). Πρόκειται για μια «θείαν νούσον», έναν «ρύπο» αμιγώς διονυσιακής υφής, που υπαινίσσεται τη μόλυνση ηθικής τάξεως ή (όπως προδίδεται από τη σκηνοθεσία της Παρόδου) και τη βακχική μανία. Η δράση που ξεκίνησε τη ρύπανση ήταν η πραγματική δολοφονία, παρόλο που ο Οιδίποδας δεν ήξερε ότι ο Λάιος, ο άντρας που σκότωσε σε μια κρίση οργής σε ένα σταυροδρόμι, ήταν ο πραγματικός πατέρας του – και ότι η Ιοκάστη, η γυναίκα που παντρεύτηκε μετά τη μετοίκησή του, ήταν η ίδια του η μάνα. Τα παιδιά του, που επικαλείται, είναι ταυτόχρονα και αδέλφια του. Η Θήβα ήταν η πραγματική του κοίτη, το πραγματικό του λίκνο-να η επιστροφή στη μήτρα, με όλες τις παραδηλώσεις της (Nagy Gregory. 2013. The Ancient Greek Hero in 24 Hours. Cambridge, MA: Harvard University Press, 2013).
Τα φρικτά λόγια του Τειρεσία και η ερωτική Ιοκάστη
Ο Τειρεσίας της Αγγελικής Λεμονή (που υποδύεται και την Ιοκάστη) είναι ένας Τειρεσίας συγκλονιστικός: σαν τον σαιξπηρικό fool ο άφυλος (ανδρογύναιος) Τειρεσίας έχει την παρρησία να μιλήσει ανοιχτά και απροκάλυπτα στον τύραννο, αποκαλύπτοντάς του όσα έμεναν μέχρι τότε στο σκοτάδι: «Σμίγεις αισχρά με το αίμα και τη σάρκα σου. Την αμαρτία σου την αγκαλιάζεις. Και κοιμάσαι μαζί της». Ο Οιδίπους του Θανάση Σαράντου «ξέρει κατά βάθος» τι θα ακούσει, όμως αυτό αντίκειται στην ιδιοσυγκρασιακή του δομή, που συνδέεται με μιαν έμφυτη έπαρση, την αλαζονεία ενός ηγέτη που έχει λύσει το αίνιγμα της Σφίγγας, τείνει να ηρωοποιηθεί από τον λαό και νομίζει πως έχει, εκ των υστέρων, τον έλεγχο όλων των καταστάσεων: το χαρακτηριστικό χαμόγελο «εσωτερικής» ερμηνείας του Θανάση Σαράντου το τεκμηριώνει.
Η «αστυνομική» έρευνα που θα διεξαγάγει που θα απαιτήσει σειρά τεκμηρίων – και αυτά τα τεκμήρια είναι που θα κλιμακώσει ο σκηνοθέτης με πολύ λεπταίσθητο τρόπο, χτίζοντας μια παράσταση συναρπαστική. Πολύ σωστά ο Ζαν-Πιερ Βερνάν και ο Πιερ Βιντάλ-Νακέ (στο Μύθος και Τραγωδία στην αρχαία Ελλάδα, μτφρ. Στέλλας Γεωργούδη, εκδ. Ζαχαρόπουλος, 1988), παρατηρούν ότι αυτό μαρτυρεί τον χαρακτήρα του Οιδίποδα, καθώς το όνομά του ετυμολογείται μεν από το οίδημα, υποδηλώνει όμως και συνάφεια με το ρήμα οἶδα, που σήμαινε γνωρίζω. Ο ήρωας έχει τυφλή εμπιστοσύνη στις δυνατότητες της γνώσης, ενώ υποβλέπει οτιδήποτε αντιλαμβάνεται ως μαγικό, κρυμμένο στα σκοτάδια των υπαινιγμών και στην αχλύ του μυστηρίου: εξ ου και η βίαιη αντίδρασή του απέναντι στα καταιγιστικά λόγια του μάντη Τειρεσία, εξ ού και η τυφλότης ως οδός προς το εσωτερικό φως.
Αντίθετα από τον χείμαρρο λόγων του Τειρεσία, η Ιοκάστη επιλέγει την απόλυτη σιωπή, προτού αυτοκτονήσει. Κατονομάζει τον Οιδίποδα μόνο με την απουσία ονόματος: «Αχ, άμοιρο παιδί, το μόνο όνομα που θα σου δώσω εγώ ποτέ. Και τώρα πια σιωπή, σιωπή, σιωπή…». Η Ιοκάστη της Αγγελικής Λεμονή (που υποδύεται και τον Τειρεσία, δηλαδή την διαμετρικά αντίθετη, τη φαταλιστική άποψη για το πεπρωμένο και την Αίσα) θεωρεί ότι η δράση είναι ο μόνος παράγων κινητοποίησης της ανθρώπινης μοίρας. Είναι μια Ιοκάστη σκόπιμα ερωτική, που υπερτονίζει τον ρόλο της ως ερωμένης έναντι του ρόλου της ως αιμομεικτικής Μάνας. Ο ερωτισμός αναδεικνύεται τόσο από τη χρήση του λευκού φορέματος (που παραπέμπει σε νυφικό – μιας νύμφης του Άδη), όσο και από το περιπαθές φιλί προς τον Οιδίποδα – κατ’ουσίαν πρόκειται για ένα στοιχείο υπερτονισμένο χάριν της ειρωνικής μεταστροφής της μοίρας που θ’ακολουθήσει.
Η ερμηνεία της Αγγελικής Λεμονή διακρίνεται για την απόλυτα ελεγχόμενη κλιμάκωση της φωνής (αυτό ισχύει και για τους δύο θεμελιώδεις ρόλους που υποδύεται) γιατί καλείται να ενσαρκώσει μιαν Ιοκάστη σαρκική, απτή, ίσως-ίσως και πρακτική (ας μην ξεχνάμε πως, μέσω της ενδογαμίας, ακόμη και μέσω της αιμομειξίας, η εξουσία και η περιουσία παραμένουν εντός του σογιού). Αυτή η διπλή Μάνα/Ερωμένη επιλέγει την πραγματιστική ερμηνεία των πραγμάτων, αρκούμενη στα φαινόμενα και καθησυχάζοντας (προσώρας) τον Οιδίποδα με μια φράση που ίσως μπορεί να θεωρηθεί και ο ακρογωνιαίος λίθος της φροϋδικής ερμηνείας του οιδιπόδειου συμπλέγματος:
Σὺ δ᾽ εἰς τὰ μητρὸς μὴ φοβοῦ νυμφεύματα·
πολλοὶ γὰρ ἤδη κἀν ὀνείρασιν βροτῶν
μητρὶ ξυνηυνάσθησαν·
(Καλύτερα να ζεις την κάθε μέρα όπως μπορείς, όσο περισσότερο μπορείς, παρά να τρέμεις μιας μάνας το κρεβάτι. Κοιμούνται τ’ αγόρια κι ονειρεύονται πως με τη μάνα τους κοιμούνται. – στίχοι 980-983).
Κλείνοντας, να επισημάνουμε και τα εξαιρετικά μουσικά ηχητικά τοπία του Κωνσταντίνου Ευαγγελίδη.
Συντελεστές
Μετάφραση: Μίνως Βολανάκης
Σκηνοθεσία – Δραματουργική επεξεργασία – φωτισμοί: Θανάσης Σαράντος
Μουσική – Ηχητικός σχεδιασμός: Κωνσταντίνος Ευαγγελίδης
Σκηνικό – Κοστούμια: Άση Δημητρολοπούλου
Επιμέλεια Κίνησης: Πλωτίνος Ηλιάδης
Φωνητική διδασκαλία: Νίκος Παναγιωτόπουλος
Video Art παράστασης: Διονύσης Σιδηροκαστρίτης
Βοηθός φωτιστή: Στέβη Κουτσοθανάση- Κωνσταντίνα Ποντίκη
Μακιγιάζ: Ειρήνη Γάτου
Φωτογραφίες: Κωνσταντίνος Λέπουρης
Trailer: Στέφανος Κοσμίδης
Ερμηνεύουν οι: Θανάσης Σαράντος (Οιδίπους Τύραννος), Αγγελική Λεμονή (Ιοκάστη – Τειρεσίας), Κωνσταντίνος Λάγκος (Κρέοντας), Πάρης Σκαρτσολιάς (Εξάγγελος-Χορός), Χάρης Μαυρουδής (Άγγελος-Κορυφαίος Χορού), Βαγγέλης Μάγειρος (Θεράπων-Χορός), Γιώργος Παπαδάκος (Χορός).
INFO
Πού: Από Μηχανής Θέατρο, Ακαδήμου 13, Μεταξουργείο
Πότε: Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00 (έως 7 Ιανουαρίου 2025)
Εισιτήρια: 15€ γενική είσοδος, 12€ μειωμένο (ανέργων-φοιτητών)
Προπώληση: MORE.COM
Πληροφορίες: 210-5232097
* Η παράσταση επιχορηγήθηκε το 2021-22 από το Υπουργείο Πολιτισμού και πραγματοποιείται με την ευγενική υποστήριξη του ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ Φ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ.
«Υπό την αιγίδα του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού»
* Το 2024 απέσπασε το βραβείο «Κάρολος Κουν» από την Ένωση Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών (βραβείο σκηνοθεσίας ελληνικού έργου).