Σάββατο

23 Νοεμβρίου 2024

«Η Ελλάδα από τη Χούντα στην Κρίση – Η κουλτούρα της Μεταπολίτευσης», του Δημήτρη Τζιόβα (κριτική)

«Η Ελλάδα από τη Χούντα στην Κρίση – Η κουλτούρα της Μεταπολίτευσης», του Δημήτρη Τζιόβα (κριτική)
Για τη μελέτη του Δημήτρη Τζιόβα «Η Ελλάδα από τη Χούντα στην Κρίση – Η κουλτούρα της Μεταπολίτευσης» (μτφρ. Ζωή Μπέλλα, Γιάννης Στάμος, εκδ. Gutenberg)

Γράφει ο Αντώνης Γουλιανός

Ο όρος «μεταπολίτευση» χρησιμοποιείται αρκετά συχνά στον δημόσιο διάλογο –ΜΜΕ και ΜΚΔ– καθώς και στη βιβλιοπαραγωγή, συχνά μένοντας αόριστος ή εννοιολογώντας ένα ευρύ και αχαρτογράφητο πεδίο που εστιάζει κυρίως στην δημοκρατική αποκατάσταση και τις περιδινήσεις του πολιτικού τοπίου έκτοτε. Ο Δημήτρης Τζιόβας στη μελέτη του που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg, Η Ελλάδα από τη Χούντα στην Κρίση – Η κουλτούρα της Μεταπολίτευσης αναγνωρίζει καταρχάς αυτή τη δυσκολία προσδιορισμού, καθώς και τη σχετική ασυμφωνία περί της χρονικής της διάρκειας, ειδικά του τέλους της περιόδου. Ο όρος «μεταπολίτευση» άλλωστε έχει οριοθετηθεί κυρίως από μελετητές και συγγραφείς που εστιάζουν επικεντρωτικά στα πολιτικά δρώμενα. Συνεπώς αυτό που επιχειρεί ο Τζιόβας, δηλαδή μια αναλυτική προσέγγιση της πολιτισμικής ζωής της μεταπολιτευτικής περιόδου έως και την κρίση, είναι ένα καλά χρειαζούμενο εγχείρημα που έρχεται να καλύψει το κενό της κουλτουρολογικής ανάλυσης για τη σύγχρονη Ελλάδα.

gutenberg tziovas apo ti xounta sti metapoliteysi

Ένα τέτοιο εγχείρημα, φυσικά, δεν είναι εύκολο. Η σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας καλύπτεται από πολλές έριδες, πολιτικές αντιθέσεις και αλλαγές, έτσι που η παρούσα μελέτη κρίνεται αναγκαστικά σχεδόν εισαγωγική για άλλες που πρέπει να ακολουθήσουν, καλύπτει όμως ταυτόχρονα και το μεγάλο κενό της πολιτισμικής ανάλυσης της εν λόγω περιόδου.

Κατά τον Τζιόβα στη μεταδιδακτορική Ελλάδα επικράτησε ένας διαρκής δυισμός στην κουλτούρα καθώς και μια τάση προσπάθειας πολιτικού εκσυχρονισμού. Ο όρος «εκσυγχρονισμός», άλλωστε, είναι κομβικός σε όλη την ιστορία του ελληνικού κράτους, από τον άνισο αγώνα του Τρικούπη τη δεκαετία του 1880, που οδήγησε μακροπρόθεσμα στην πτώχευση του Ελληνικού κράτους και του διεθνούς οικονομικού ελέγχου που αυτή επέφερε, μέχρι τα χρόνια των κυβερνήσεων Σημίτη, όταν ο όρος επέστρεψε με δυναμισμό.

Ο καθηγητής ήδη από την εισαγωγή αναφέρει πως «ο πλουραλισμός και η ευημερία που γνώρισε η Ελλάδα μετά την πτώση της χούντας, μαζί με τους ταχείς ρυθμούς αλλαγής του τρόπου ζωής και τις διεθνείς εξελίξεις (…) μετατόπισαν το ενδιαφέρον από την πολιτική σε πολιτισμικά και ιστορικά ζητήματα» (σελ 33). Εκεί παρατηρείται, τόσο στην ελληνική κουλτούρα όσο και στην ελληνική ταυτότητα, μια δυιστική τάση. Με την ένταξη στην ΕΟΚ και το διάνοιγμα προς μια συλλογική ευρωπαϊκότητα, η Ελλάδα περνά την πρώτη κρίση ταυτότητας της μεταπολίτευσης, αφού ανακύπτει σταθερά η αντίθεση μεταξύ δύο αντίρροπων πολιτισμικών εικόνων: ο εξωστρεφής αυτοπροσδιορισμός, αυτός του ελληνοδυτικού μοντέλου, εμπνέεται από την κλασική Ελλάδα και αντιπαρατίθεται στον ενδοστρεφή αυτοπροσδιορισμό που κοινωνεί χαρακτηρολογικά με την Ανατολή (σελ 43). Οι Έλληνες δηλαδή παραπαίουν ανάμεσα σε δύο αντίρροπες τάσεις, όπου στη μία περίπτωση νιώθουν πως είναι οι ιδρυτές του ίδιου του δυτικού πολιτισμού, ενώ στην άλλη είναι μόνο οι «καθυστερημένοι αποδέκτες του», νιώθοντας ταυτόχρονα ένα μείγμα αλαζονείας και ανασφάλειας.

Με την ένταξη στην ΕΟΚ και το διάνοιγμα προς μια συλλογική ευρωπαϊκότητα, η Ελλάδα περνά την πρώτη κρίση ταυτότητας της μεταπολίτευσης, αφού ανακύπτει σταθερά η αντίθεση μεταξύ δύο αντίρροπων πολιτισμικών εικόνων: ο εξωστρεφής αυτοπροσδιορισμός, αυτός του ελληνοδυτικού μοντέλου, εμπνέεται από την κλασική Ελλάδα και αντιπαρατίθεται στον ενδοστρεφή αυτοπροσδιορισμό που κοινωνεί χαρακτηρολογικά με την Ανατολή.

Παρόλο που, όπως αναφέρει ο Τζιόβας, ο ευρωκεντρισμός έχει επικριθεί από μεταποικιακούς θεωρητικούς, η Ελλάδα εξακολουθεί να στέκεται ανάμεσα στη διεκδίκηση κάποιας μορφής πνευματικής αποικιοκρατίας στη Δύση και στην παθητική εγκαρτέρηση της αποικιοποίησης της ίδιας της χώρας, προκειμένου να αναιρεθεί το σύμπλεγμα κατωτερότητας του Έλληνα που δεν νιώθει αρκετά Ευρωπαίος, αφού, όπως φαίνεται, η Ελλάδα δεν δέχτηκε ποτέ ουσιαστικώς τις θετικές επιδράσεις του Διαφωτισμού σε ιδεοπολιτιστικό επίπεδο, γεγονός που, όπως είναι αναμενόμενο, φέρνει αντιθέσεις και σε όλο το εύρος της πολιτισμικής ζωής.

Τη δεκαετία του 1980, μετά την άνοδο του ΠΑΣΟΚ παρατηρείται ένας επαναπροσδιορισμός της έννοιας του «λαϊκού», χρίζοντας λέξεις όπως «λαός» κομβικές σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας. Την ίδια στιγμή, με την εισχώρηση της καταναλωτικής κουλτούρας στην Ελλάδα αναπτύσσεται και η αντίθεση μεταξύ λαϊκής και υψηλής κουλτούρας. Η ανάπτυξη του καταναλωτισμού οδήγησε σε μια έκρηξη στην παραγωγή best seller μυθιστορημάτων, παραγκωνίζοντας το διήγημα που κυριαρχούσε έως τότε στη νεοελληνική λογοτεχνία. Η ίδια τάση προκλήθηκε και στον κινηματογράφο, ο οποίος βέβαια θεωρήθηκε η κατεξοχήν λαϊκή διασκέδαση στην Ελλάδα για πολλές δεκαετίες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

metapoliteysi 01

Ένα διαρκές δίπολο που επανεμφανίζεται στον πολιτικό λόγο, δηλαδή η πολιτική ανάμνηση των αντίθετων πλευρών του Εμφυλίου, πέρασε εξίσου και στην πολιτισμική ζωή. Η μυθοπλασία μάλιστα, όπως αναφέρεται στο τρίτο κεφάλαιο, προπορευόταν της ιστοριογραφίας και καταπιάστηκε με το θέμα του Εμφυλίου πριν το θέμα αποσαφηνιστεί ιστοριογραφικά. Τρία είναι τα μυθιστορήματα που ξεχωρίζουν σε αυτή την παραγωγή: το Κιβώτιο του Άρη Αλεξάνδρου, ο Ιαγουάρος του Αλέξανδρου Κοτζιά και η Ορθοκωστά του Θανάση Βαλτινού. Και τα τρία βιβλία διαθέτουν ομοιότητες, κυρίως ως προς την επανεξέταση της αφηγηματικής εγκυρότητας των δεδομένων για τον εμφύλιο καθώς και μια μετατόπιση από το συλλογικό βίωμα στον υποκειμενισμό.

Στο τέταρτο κεφάλαιο αναλύονται οι αντιφάσεις που παρατηρούνται στο θρησκευτικό επίπεδο καθώς και ο πόλεμος ταυτότητας που επέφερε η εισροή μεταναστών στην Ελλάδα. Ο Τζιόβας θυμάται την περίπτωση του αλβανικής καταγωγής μαθητή Οδυσσέα Τσενάι, που, όταν –όντας ο καλύτερος της τάξης του– υπήρξε η προοπτική να κρατήσει την ελληνική σημαία στην παρέλαση, ξεκίνησαν έντονες αντιδράσεις και αντιπαραθέσεις, ενώ ανέκυψαν και απαρχαιωμένα νομικά κωλύματα από την εποχή της δικτατορίας του Μεταξά, που όριζαν πως μόνο ένας ελληνικής καταγωγής μαθητής μπορεί να κρατήσει την ελληνική σημαία. Από την άλλη πλευρά, ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, αστέρας του NBA, έγινε ίνδαλμα στην Ελλάδα, χωρίς όμως η περίπτωσή του να αντιπροσωπεύει την τύχη των περισσότερων παιδιών των μεταναστών, αντιθέτως μοιάζει μάλλον εξαίρεση του κανόνα που σχετίζεται με την καταναλωτικότητα του αθλητικού θεάματος, η οποία παρακάμπτει μερικώς, από όσο φαίνεται, τον ρατσισμό στην Ελλάδα, καθώς και το δυσμενές νομικό πλαίσιο για την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας για τους μετανάστες, απότοκο της διαρκούς ετεροποιητικής αφήγησης του Άλλου, που κυριαρχεί στην χώρα.

Μία από τις πιο ρηξικέλευθες ενέργειες του ελληνικού κράτους στην προσπάθεια απεγκλωβισμού της κρατικότητας από την εκκοσμικευμένη εκκλησία, ήταν η αφαίρεση του θρησκεύματος από τις ταυτότητες, απόφαση που επέφερε κοινωνικές αντιδράσεις που ενορχηστρώθηκαν από την εκκλησιαστική ηγεσία σε ενοριακό επίπεδο.

Άλλωστε, όπως παρατηρείται, η Ελλάδα δεν έχει τις ίδιες κρατικές μέριμνες για πολίτες που έρχονται από άλλες χώρες, αφού παραμένει ένα εθνοθρησκευτικό κράτος που δεν βίωσε τον ίδιο βαθμό αστικοποίησης, αντιθέτως, η κοινότητα των χωριών πέρασε στο αστικό περιβάλλον μεταφέροντας εκεί τις παραδοσιακές σχέσεις, τόσο σε εργασιακό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Μεγάλο ρόλο στην οπισθοδρομικότητα του κρατικού μηχανισμού για ισοπολιτεία και ισονομία έχει παίξει και η ορθόδοξη εκκλησία, που αντιστέκεται σθεναρά σε κάθε προσπάθεια διαχωρισμού. Μία από τις πιο ρηξικέλευθες ενέργειες του ελληνικού κράτους στην προσπάθεια απεγκλωβισμού της κρατικότητας από την εκκοσμικευμένη εκκλησία, ήταν η αφαίρεση του θρησκεύματος από τις ταυτότητες, απόφαση που επέφερε κοινωνικές αντιδράσεις που ενορχηστρώθηκαν από την εκκλησιαστική ηγεσία σε ενοριακό επίπεδο. Η ορθόδοξη εκκλησία φαίνεται να επιλέγει σταθερά μια αντινεοτερική στάση σε κάθε ζήτημα, ενώ ακολουθεί με ζήλο τον μύθο της «ευλογίας» της ελληνικής επανάστασης από την Εκκλησία της εποχής, παρά τις βάσιμες ιστοριογραφικές αναφορές περί πλήρους σύμπνοιας της ορθόδοξης εκκλησίας με την οθωμανική αυτοκρατορία. Την ίδια σύμπνοια και συμπόρευση εξάλλου επέδειξε η εκκλησία της Ελλάδος και αργότερα, σε όλη την διάρκεια της δικτατορίας των συνταγματαρχών.

metapoliteysi 02

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι παρατηρήσεις του πέμπτου κεφαλαίου όπου αναλύεται ακόμα ένας δυισμός στην νεώτερη ελληνική ιστορία, δηλαδή ο πόλεμος μεταξύ δημοτικής και καθαρεύουσας, μια πολύχρονη διαμάχη που είχε επιπτώσεις σε πολλές πτυχές του δημόσιου βίου, εκτός της πιο καίριας, δηλαδή της εκπαίδευσης. Με την πτώση της χούντας η κατάσταση επιλύεται σε πρώτο βαθμό, αφού ο νόμος 309/1976 ορίζει την νεοελληνική ως γλώσσα διδασκαλίας. Με αυτή τη γλωσσική μεταρρύθμιση, που φυσικά επεκτάθηκε και στο δημόσιο με ανάλογες εγκυκλίους που απέσυραν τη χρήση της υποχρεωτικής καθαρεύουσας, αυξήθηκε και η πίεση, όπως σημειώνει ο Τζιόβας στη σελίδα 201, για κατάργηση του πολυτονικού συστήματος και την εισαγωγή του μονοτονικού. Αμέσως μετά σημειώνει: «Μολονότι είναι φθηνότερο να χρησιμοποιούν το μονοτονικό σύστημα, αρκετοί καθιερωμένοι και νέοι εκδότες (Εστία, Ίκαρος, Άγρα, Κίλχη), περιοδικά (Ποιητική) και συγγραφείς συνεχίζουν να χρησιμοποιούν το πολυτονικό ως σύμβολο πνευματικού ελιτισμού».

Ακριβώς επειδή από ό,τι φαίνεται η επιλογή του πολυτονικού δεν ήταν ποτέ ξέχωρη ιδεολογικών συμπλεγμάτων, μετά την επίλυση του προβλήματος της διγλωσσίας (διγλωσσία κατά τον Φέργκιουσον), τις τελευταίες δεκαετίες ανέκυψαν νέες ανησυχίες για το μέλλον της ελληνικής γλώσσας εξαιτίας της εισροής αγγλισμών, αλλά και λόγω της ευρείας τεχνολογικής χρήσης του λατινικού αλφάβητου και της διαδεδομένης χρησιμοποίησης των greeklish. Οι ανησυχίες αυτές σε ορισμένες περιπτώσεις αποτέλεσαν απόρροια ενός περίεργου γλωσσικού εθνικισμού, που αντιστάθηκε ακόμα και σε μεταφράσεις της Βίβλου – ειδικά της χρήσης αυτών σε ομιλίες προς το εκκλησίασμα.

Όσον αφορά τη λογοτεχνία, ο Τζιόβας παρατηρεί μεταπολιτευτικά μια κομβική έκρηξη πεζογραφικής παραγωγής στη λογοτεχνία και μερική οπισθοδρόμηση της ποίησης, που έως τότε κυριαρχούσε στη λογοτεχνική σκηνή.

Ξεπερνώντας τις πολλαπλές μορφές της λογοτεχνικής ιστοριογραφίας που είχαν επικρατήσει έως τότε στα μυθιστορήματα, ανέρχεται η τάση για ανακάλυψη της προσωπικής αφήγησης, περνώντας από το συλλογικό βίωμα σε μια σχεδόν ναρκισσιστική αυταρέσκεια.

Η εμπορευματοποίηση της αγοράς του βιβλίου, η αύξηση των τίτλων και η αλλαγή της θεματολογίας οδήγησε και στη ζήτηση για δημοφιλή μυθιστορήματα, παρακάμπτοντας τη μεγάλη παράδοση της ελληνικής λογοτεχνίας στο διήγημα. Οι λίστες μπεστ σέλερ εμφανίστηκαν σε περιοδικά και εφημερίδες και αυτό οδήγησε αναγκαστικά σε μια απλοποίηση των εκφραστικών μέσων, στην επιλογή κλισέ και μελοδραματικών θεμάτων και γενικά σε μια ευκολοδιάβαστη παραγωγή που κυριαρχεί έως τις μέρες μας. Ξεπερνώντας τις πολλαπλές μορφές της λογοτεχνικής ιστοριογραφίας που είχαν επικρατήσει έως τότε στα μυθιστορήματα, ανέρχεται η τάση για ανακάλυψη της προσωπικής αφήγησης, περνώντας από το συλλογικό βίωμα σε μια σχεδόν ναρκισσιστική αυταρέσκεια (σελ 317). Με σαφή προβάδισμα κυριαρχεί πλέον μια ανερχόμενη «κουλτούρα της νεολαίας», στα οποία ο Τζιόβας παραδειγματίζει ως ενδεικτικά έργα των Χωμενίδη (Το σοφό παιδί), της Αμάντας Μιχαλοπούλου (Γιατί σκότωσα την καλύτερή μου φίλη), καθώς και των Βαγγέλη Ραπτόπουλου, Πέτρου Τατσόπουλου και Χρήστου Βακαλόπουλου.

metapoliteysi 03

Η νεανική κουλτούρα βεβαίως παράμενε κατά κύριο λόγο ανδροκεντρική, με εκδήλωση βίας σε συναυλιακούς χώρους και σε ποδοσφαιρικά γήπεδα, μεταφέροντας μιμητικά τις πολλές μορφές της πατριαρχίας σε εξωπολιτικό επίπεδο. Ο Δεκέμβριος του 2008, με τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου, επαναφέρει τον πολιτικό ακτιβισμό στη νεανική κουλτούρα. Οι αντιδράσεις, κυρίως των νέων, αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας, εξέφραζαν τη δυσαρέσκεια για την οικονομική αβεβαιότητα, την ανεργία και τη δυσπιστία απέναντι στο πολιτικό σύστημα.

Η πατριαρχική επικράτηση είχε ξεκινήσει να μεταβάλλεται σταδιακά –όχι βεβαίως ολικά– με την ισχυροποίηση του μορφωτικού επιπέδου των γυναικών, όμως όπως επισημαίνει ο Τζιόβας, στην Ελλάδα το φεμινιστικό κίνημα δεν αποκόπηκε ποτέ από τις ταξικές διεκδικήσεις και τον πολιτικό λόγο, όπως συνέβη σε άλλες χώρες του δυτικού κόσμου, χωρίς αυτό το γνώρισμα να σχετίζεται με μια συμπεριληπτική διαθεματικότητα, αλλά με την απουσία ενός ισχυρού κύματος σεξουαλικής επανάστασης. Έτσι, στην Ελλάδα, η χρήση του αντισυλληπτικού χαπιού δεν διαδόθηκε ποτέ ευρέως κατά τις δεκαετίες που συνέβη σε άλλες χώρες της Ευρώπης, με αποτέλεσμα η γυναίκα να μην απεγκλωβιστεί ποτέ ρηξικέλευθα από τον ρόλο της μητέρας –η Ελλάδα άλλωστε είναι ένα βαθιά προναταλιστικό κράτος που ευνοεί την προπαγανδιστική λογοποιία περί σοβαρού δημογραφικού προβλήματος– συνεχίζοντας έτσι να είναι δέσμια στην πραγμοποίηση της έμφυλης διαφοράς.

Παρόλα αυτά, και παρά τις κάποιες νομικές αναγνωρίσεις για ίσα δικαιώματα στην αναγνώριση του δικαιώματος προσδιορισμού της έμφυλης ταυτότητας, ή, πιο πρόσφατα, στην ισότητα στον πολιτικό γάμο (αλλά όχι στην τεκνοθεσία), ο μερικώς πολιτειακός προοδευτισμός δεν συμβαδίζει με τις προνεοτερικές αντιλήψεις της κοινωνίας.

Η εικόνα αυτή άρχισε να αλλάζει τις τελευταίες δεκαετίες με την ισχυροποίηση του ΛΟΑΤΚΙ+ κινήματος που διαχωρίστηκε από τις κομματικές διεκδικήσεις και απέκτησε αυτόνομη φωνή. Παρόλα αυτά, και παρά τις κάποιες νομικές αναγνωρίσεις για ίσα δικαιώματα στην αναγνώριση του δικαιώματος προσδιορισμού της έμφυλης ταυτότητας, ή, πιο πρόσφατα, στην ισότητα στον πολιτικό γάμο (αλλά όχι στην τεκνοθεσία), ο ασθμαίνων προοδευτισμός της πολιτείας δεν συμβαδίζει με τις προνεοτερικές αντιλήψεις της κοινωνίας.

Ο Τζιόβας, προς το τέλος της εμβριθούς μελέτης του, προβλέπει πως στην πορεία για μια πολιτισμική ωρίμανση και άμβλυνση των αντιθέσεων και των ταυτοτικών αγκυλώσεων του Έλληνα (αξίζει να σημειωθεί πως το βιβλίο εκδόθηκε πριν ξεκινήσει ο διάλογος για τον σεξισμό στην ελληνικη λογοτεχνία) θα υπάρξουν και στην Ελλάδα πολιτισμικές διαμάχες.

 Ο ANΤΩΝΗΣ ΓΟΥΛΙΑΝΟΣ είναι συγγραφέας και κριτικός.

Κοινοποίηση:

Διαβάστε ακόμα:

Search

Ροή Ειδήσεων

Τοπικά

Πολιτισμός

Πολιτική

Αθλητικά

Υγεία

Καιρός

Περιβάλλον

Κοινωνία

Τουρισμός

Θρησκεία

Απόψεις - Άρθρα

Στιγμιότυπα

Αγορά

Αγγελίες

+

Περισσότερα

+

Επικοινωνία