Γράφει η Κυριακή Θεοδώρου
Φιλόλογος καθηγήτρια
Μεγάλη Παρασκευή στη Σκόπελο. Η Μεγάλη Κηδεία! Κηδεύεται τη μέρα τούτη ο Χριστός, ο Αίρων τις αμαρτίες του κόσμου! Κι όμως το φως που περιέλουζε τη Χώρα ήταν τόσο αστραφτερό τούτο το πρωινό της Μεγάλης Παρασκευής! Ο ουρανός καταγάλανος με αραιά ολόλευκα σύννεφα. Οι πλαγιές του χαμηλού βουνού πάνω από τη Σκόπελο την τυλίγουν στοργικά μέσα στη χλωροπράσινη αγκαλιά τους και κάνουν το λευκό στα σπίτια της Χώρας να δείχνει λευκότερο κι ακόμα περισσότερο αστραφτερό, καθώς διακόπτεται από τα καφετιά ξύλινα παράθυρα του παραδοσιακού οικισμού και το ιδιότυπο κεραμιδί, αραιά στις στέγες και στο καμπαναριό της Φανερωμένης… Η φύση όλη… σα να χαίρεται, έχει στολιστεί με τα δροσερά χρώματα της Άνοιξης, το χλωρό πράσινο, το κόκκινο στα τριαντάφυλλα των κήπων και τις παπαρούνες του καμπου, το μωβ και το λευκό στις πασχαλιές ,που ευωδιάζουν ολόγυρα στο πλακόστρωτο καλντερίμι, στις αυλές των σπιτιών.
Όλοι πάνε στις εκκλησίες, μικροί μεγάλοι να προσκυνήσουν τον Επιτάφιο ή γυρίζουν απ αυτές κατευθυνόμενοι προς το λιμάνι στην παραλία της πόλης. Φορούν τα καλά τους. Είναι επίσημη μέρα!
Έτσι, περπατώντας ανάμεσα στ’ αρχοντικά παλιά καπετανόσπιτα της Σκόπελος, έφτασα στην εκκλησία της Παναγίας της Φανερωμένης. Ο ναός χτισμένος το 1834, στολίζεται απ΄το κομψό καμπαναριό του με τον δυτικότροπο μικρό του τρούλο, τετράπλευρος με κοίλα τρίγωνα βαμμένα σε βαθύ κεραμιδί χρώμα. Η είσοδός του, σαν αρχαίου ελληνικού ναού, υποδέχεται τους ανθρώπους, εφοδιασμένη με στέγαστρο, που στηρίζεται σε δύο κομψούς κίονες και η θύρα ολόγυρα στεφανωμένη από τα μαρμάρινα άνθη και τα σταφύλια του ανάγλυφου, που την περιβάλλει. Όλα στα μέτρα του ανθρώπου! Τίποτα δεν είναι υπερβολικό! Ούτε στα μεγέθη, ούτε στο ύψος ούτε στα διακοσμητικά στοιχεία. Ελληνικό Κάλλος!
Είναι σήμερα μεγάλη μέρα! Η Παναγία η Φανερωμένη, η μάνα του Χριστού, έχει κηδεία! Κι έχει το σπίτι της ανοιχτό να ‘ρθούν οι άνθρωποι για τον τελευταίο ασπασμό στον υιό της… Μ’ ένα σφίξιμο στην καρδιά περνάμε το κατώφλι του σπιτιού της, της εκκλησιάς… Από το θερμό φως του ανοιξιάτικου πρωινού ήλιου, στο μυστηριακό φως του εσωτερικού του ναού… λουλούδια παντού… Η Παναγιά τον έχει ανθοστολίσει για χάρη του γυιού της, για το τελευταίο καλό κατευόδιο! Το χαμηλό φως των κεριών, οι ψίθυροι των προσκυνητών, οι λιγοστές ομιλίες, η σιωπή καθώς πλησιάζουν να προσκυνήσουν τον Επιτάφιο… Πόσο όμορφα τον στόλισαν οι γυναίκες της ενορίας της Φανερωμένης! Σα να έβαλαν αυθόρμητα όλα τα χρώματα από την παλέτα της σκοπελίτικης άνοιξης, όπως τα έβλεπα καθώς βάδιζα προς την εκκλησία! Φτιαγμένος σαν ξύλινη μικρή εκκλησία, ο Επιτάφιος, με τον τρούλο του και τις μετόπες του παρακάτω να στηρίζονται σε τέσσερεις κομψές μικρές και ανάγλυφες, σπειροειδείς κολώνες που κατέληγαν στα όμορφα ξυλόγλυπτα κιονόκρανά τους… Τον στόλισαν… κι έβαλαν πάνω του όλη τη φύση της Σκοπέλου, τούτο το πρωινό της Μεγάλης Παρασκευής! Τον στόλισαν με το λευκό και το μωβ, που παιχνίδιζε πάνω στις βιολέτες και τις πασχαλιές, πάνω στα γαρύφαλλα και τα τριαντάφυλλα, ανάμεσα σε ψευδά άσπρα μικρολούλουδα, που στέκονταν όλο ομορφιά και χάρη ανάμεσα στα χλωρά φύλλα και κλαδιά που τα συνόδευαν… Όλη η ομορφιά της φύσης στην πιο καλή της ώρα μπήκε πάνω στον επιτάφιο, να συντροφέψει το γυιό της Παναγίας της Φανερωμένης , ν’ απαλύνει τον πόνο μετά το σταυρικό μαρτύριο, να παρηγορήσει με λόγια μοσχομυριστά κι ανείπωτα..! Πέταλα λουλουδιών καλύπτουν το χλωμό του σώμα, που όλοι προσκυνάμε, μ’ ένα σφίξιμο στην καρδιά με δέος και θλίψη μπροστά στη Μεγαλοσύνη Του!
Όμως οι γυναίκες, δε στόλισαν τον επιτάφιο με ό,τι απλόχερα τους έδωσαν οι κήποι του νησιού αλλά και με τα έργα τα δικά τους! Με τα έργα των χειρών τους! Κατάλευκα, κομψά, αέρινα με σχέδια λεπτοδουλεμένα, τα σκοπελίτικα κοφτά στολίζουν αυτό τον Επιτάφιο! Αλήθεια…δεν είχα δει παρόμοιο! Πάνω σε κόκκινο χαλί έπεφτε βαρύ το κατακόκκινο τραπεζομάντηλο της βάσης του και πάνω σ’ αυτό ξεδιπλώνονταν κοφτά, λεπτά τεχνουργημένοι μίσχοι και λεπτά κλαράκια με τα μικρά τους φύλλα! Το σώμα του Κυρίου αναπαύονταν σε λευκό κοφτό σεντόνι με τριαντάφυλλα, που επαναλαμβάνονταν στους τέσσερεις τεράστιους λευκούς φιόγκους στις μετόπες του επιταφίου πάνω από τα κιονόκρανα, σα βάση για τα φαναράκια του, στις ίδιες αυτές τέσσερεις γωνίες, που θα φώτιζαν το βράδυ την περιφορά του….! Μου φάνηκαν ίδιοι… σαν φτερά αγγέλων, τόσο αέρινα δουλεμένα ήταν τα κομψά λευκά τριαντάφυλλα, τα κλαδιά τους και τα φύλλα τους, λες και δεν υπήρχε σχεδόν καθόλου ύφασμα, λες και στέκονταν στον αιθέρα τα κεντημένα κενά τους… τοποθετημένοι κολλαριστοί δίπλα στα φυσικά ροδολούλουδα των κήπων της Σκοπέλου! Έφεραν οι γυναίκες στην Παναγιά, τα ωραιότερα λουλούδια, τα ωραιότερα έργα των χειρών τους να τη βοηθήσουν να στολιστεί ο Επιτάφιος του Υιού Της! Πανέμορφο τον έκαναν, να στέκει αέρινος σχεδόν, αφού κι Εκείνος θα ανέβαινε στους ουρανούς, μετά την Ανάσταση και την Ανάληψή του, κάτω από τη γαλάζια οροφή της εκκλησίας τριγυρισμένη από φαρδιά ξύλινη κορνίζα μπροστά στο λεπτοδουλεμένο, ξυλόγλυπτο τέμπλο με τα χρυσοποίκιλτα άνθη, απ’ όπου οι Άγιοι και η Παναγία η Φανερωμένη, κοιτούσαν μελαγχολικά τον Υιό του Θεού και μας υποδέχονταν όλους εμάς σ’ όλη τη διάρκεια της μέρας, να προσκυνήσουμε, να αναλογιστούμε τη θυσία Του, να μετανοήσουμε για τις αμαρτίες μας και να αναγεννηθούμε από τη σκέψη του μαρτυρίου του, του σταυρικού θανάτου του και του φωτός της επικείμενης Ανάστασής Του!
Κι ήταν τόση η ομορφιά του Επιτάφιου αυτού και η ευωδία, από τα άνθη που τον στόλιζαν και τα άλλα λουλούδια στο εσωτερικό του ναού, που φεύγοντας πια απ’ το ναό, σα να ξυπνούσαν κάπου βαθιά μέσα μας, ασυνείδητα, αυτοί οι ίδιοι οι ροδανθοί του πένθους, τη χαρά για την επικείμενη Ανάσταση του Κυρίου, την άλλη μέρα, το Μεγάλο Σάββατο!